Ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα
Η λήψη αντιβιοτικών είναι δυνατό εκτός από οποιεσδήποτε άλλες παρενέργειες να προκαλέσει μια σειρά αντιστρεπτών μεταβολών και στο παχύ έντερο.
Είναι δυνατό να παρουσιαστούν:
διάρροια χωρίς ορατή διαταραχή του βλενογόνου του παχέος εντέρου (διάρροια σχετιζόμενη με αντιβιοτικά)
διάρροια με φλεγμονή του βλενογόνου του παχέος εντέρου
διάρροια και σχηματισμός λευκωπών “πλακών” επί της φλεγμαίνοντος βλενογόνου και πιθανώς αιματηρή διάρροια(ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα)
Η υπερανάπτυξη του μικροβίου Clostridium difficile φαίνεται να ευθύνεται στις περισσότερες από τις πιο πάνω περιπτώσεις.
Το μικρόβιο αυτό υπεραναπτύσσεται σε περιπτώσεις λήψης αντιβιοτικών τα οποία επηρρεάζουν την φυσιολογική χλωρίδα του εντέρου, όπως κλινδαμυκίνη, μετρονιδαζόλη, κεφαλοσπορίνες και άλλα αντιβιοτικά.
Στις πιο πολλές περιπτώσεις αφορά αρρώστους οι οποίοι νοσηλεύονται σε κλινική, αλλά είναι δυνατό να συμβεί και σε μη νοσηλευομένους οι οποίοι έχουν λάβει σημαντικές δόσεις αντιβιοτικών.
Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω εμφανίζεται διάρροια η οποία είναι δυνατό να είναι έως πολύ βαριά και με παρουσία αίματος και φλεγμονή του εντερικού βλενογόνου η οποία φαίνεται στην κολονοσκόπηση. Η γενική κατάσταση του ασθενούς είναι άσχημη με πυρετό καταβολή και συνοδό αφυδάτωση.
Το test κυτταρικής τοξικότητας έχει ευαισθησία και ειδικότητα που αγγίζουν το 100% για την αναγνώριση και διάγνωση της νόσου. Η καλλιέργεια κοπράνων επίσης είναι χρήσιμη αν και λιγότερο αποτελεσματική.
Η θεραπεία έγγυται στην χορήγηση αντιβιοτικών τα οποία εξαλείφουν το μικρόβιο, όπως η βανκομυκίνη.